Καρήτσαυλος: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καρήτσαυλος (ο) |etymologia= από το «κάρη» = λαιμός, και «αυλός» = τρύπα, ή από το «κάρυ...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Καρήτσαυλος (ο)
   |acronym= Καρήτσαυλος (ο)
   |etymologia= από το «κάρη» = λαιμός, και «αυλός» = τρύπα, ή από το «κάρυον + αυλός»   
   |etymology_gr= από το «κάρη» = λαιμός, και «αυλός» = τρύπα, ή από το «κάρυον + αυλός»   
   |simasiologia= ο λαιμός, ο λάρυγγας, ο καταπιννάς
   |semantics_gr= ο λαιμός, ο λάρυγγας, ο καταπιννάς
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}


3,467

edits