3,467
edits
Eleni Krekou (talk | contribs)  (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym=Νυκτάλωπας ()   |etymologia=από το αρχ. «νυξ» + «αλαός»   |simasiologia= αυτός που δεν βλέπει τη...')  | 
				m (Greeklish variables name replaced)  | 
				||
| Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη  | {{Λέξη  | ||
   |acronym=Νυκτάλωπας ()  |    |acronym=Νυκτάλωπας ()  | ||
   |  |    |etymology_gr=από το αρχ. «νυξ» + «αλαός»  | ||
   |  |    |semantics_gr= αυτός που δεν βλέπει τη νύκτα, που έχει [[Ορνιθοτυφλία]] . Εμφανίζεται στην Κύπρο κατά τη διάρκεια των νηστειών και της τεσσαρακοστής, ίσως λόγω αβιταμίνωσης  | ||
   |  |    |priority_gr=  | ||
}}  | }}  | ||
edits