Λάομα: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
m (Greeklish variables name replaced)
m (Greeklish variables name replaced)
 
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Λάομα (το)
   |acronym=Λάομα (το)
   |etymology_gr=από το αρχ. «ηλεός» ή και από το αρχ. «αλάομαι»= περιφέρομαι, ευρίσκομαι σε απορία.
   |etymology=από το αρχ. «ηλεός» ή και από το αρχ. «αλάομαι»= περιφέρομαι, ευρίσκομαι σε απορία.
   |semantics_gr= τρέλλα, επιληψία, σεληνιασμός
   |semantics= τρέλλα, επιληψία, σεληνιασμός
   |priority_gr=
   |origin=
}}
}}


3,467

edits