Σούρτουλος: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σούρτουλος (ο) |etymologia=από το λατινικό «surdus» = δύσφωνος |simasiologia= = ο τραυλός, αυτό...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(3 intermediate revisions by 2 users not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Σούρτουλος (ο)
   |acronym=Σούρτουλος (ο)
   |etymologia=από το λατινικό «surdus» = δύσφωνος
   |etymology=από το λατινικό «surdus» = δύσφωνος
   |simasiologia= = ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας)
   |semantics= ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας)
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Line 12: Line 12:


==Σημασιολογία==
==Σημασιολογία==
= ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας)
ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας)


==Παραδείγματα==
==Παραδείγματα==
3,467

edits