3.467
επεξεργασίες
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σούρτουλος (ο) |etymologia=από το λατινικό «surdus» = δύσφωνος |simasiologia= = ο τραυλός, αυτό...') |
μ (Greeklish variables name replaced) |
||
(3 ενδιάμεσες εκδόσεις από 2 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym=Σούρτουλος (ο) | |acronym=Σούρτουλος (ο) | ||
| | |etymology=από το λατινικό «surdus» = δύσφωνος | ||
| | |semantics= ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας) | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
ο τραυλός, αυτός που μιλά βιαστικά και χάνει (μασά) τα λόγια του (για παράδειγμα από εγκεφαλικό ή από ασθένεια της γλώσσας) | |||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== |
επεξεργασίες