Σπάσμα: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σπάσμα (το) |etymologia= |simasiologia= ο κόλπος (αποπληξία, εγκεφαλικό επεισόδιο) |proelefsi= }}...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(2 intermediate revisions by 2 users not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Σπάσμα (το)
   |acronym=Σπάσμα (το)
   |etymologia=
   |etymology=από το «σπασμός» δηλ. μυϊκές συσπάσεις λόγω αποπληξίας, ή εγκεφαλικού τραύματος
   |simasiologia= ο κόλπος (αποπληξία, εγκεφαλικό επεισόδιο)
   |semantics= ο κόλπος (αποπληξία, εγκεφαλικό επεισόδιο)
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Line 9: Line 9:


==Ετυμολογία==
==Ετυμολογία==
 
από το «σπασμός» δηλ. μυϊκές συσπάσεις λόγω αποπληξίας, ή εγκεφαλικού τραύματος


==Σημασιολογία==
==Σημασιολογία==
Line 15: Line 15:


==Παραδείγματα==
==Παραδείγματα==
«Βκάλε σπάσμαν», φρ. = σιώπα, δηλ. να μην μπορείς να μιλήσεις λόγω κόλπου. Από το «σπασμός» δηλ. μυϊκές συσπάσεις λόγω αποπληξίας, ή εγκεφαλικού τραύματος.
«Βκάλε σπάσμαν», φρ. = σιώπα, δηλ. να μην μπορείς να μιλήσεις λόγω κόλπου.  


==Μέρος του Λόγου==
==Μέρος του Λόγου==
3,467

edits