Τσιλλώ: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
No edit summary
m (Greeklish variables name replaced)
 
(2 intermediate revisions by 2 users not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Τσιλλώ  
   |acronym=Τσιλλώ  
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= μαγαρίζω, βλάπτω, όταν γυναίκα [['Ατσαλη]]  επισκεφτεί άρρωστο, ο οποίος μετά χειροτερεύει.  
   |semantics= μαγαρίζω, βλάπτω, όταν γυναίκα [['Ατσαλη]]  επισκεφτεί άρρωστο, ο οποίος μετά χειροτερεύει.  
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}


Line 12: Line 12:


==Σημασιολογία==
==Σημασιολογία==
μαγαρίζω, βλάπτω, όταν γυναίκα [['Ατσαλη]]  επισκεφτεί άρρωστο, ο οποίος μετά χειροτερεύει.  
μαγαρίζω, βλάπτω, όταν γυναίκα [[Άτσαλη]]  επισκεφτεί άρρωστο, ο οποίος μετά χειροτερεύει.  


==Παραδείγματα==
==Παραδείγματα==
3,467

edits