Αλεξιφάρμακον: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αλεξιφάρμακον (το) |etymologia= |simasiologia= το προφυλακτικό φάρμακο (αντίδοτο σε δηλητ...') |
(No difference)
|
Revision as of 18:48, 5 March 2018
Αλεξιφάρμακον (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
το προφυλακτικό φάρμακο (αντίδοτο σε δηλητηριασμό)
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
λέγεται και «αντιδοτάριον»
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις