Ανασύρνω: Difference between revisions
		
		
		
		
		
		Jump to navigation
		Jump to search
		
			
		
		
	
 (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym= Ανασύρνω    |etymologia=   |simasiologia= έχω δύσπνοια, ασκομαχώ, παίρνω τις τελευταίες μου αν...')  | 
			
(No difference) 
 | 
Revision as of 19:29, 15 March 2018
| Ανασύρνω | 
|---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
έχω δύσπνοια, ασκομαχώ, παίρνω τις τελευταίες μου αναπνοές.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
ανασέρνω
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
 - "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
 
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις