Αφφαλοντζάνιν: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αφφαλοντζάνιν (το) |etymologia= |simasiologia= κατά λέξη, ο ίκτερος του ομφαλού. Εννοεί και...') |
(No difference)
|
Revision as of 20:43, 23 March 2018
Αφφαλοντζάνιν (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
κατά λέξη, ο ίκτερος του ομφαλού. Εννοεί και γενικά τον πόνο της κοιλιάς διότι στην πραγματικότητα ο ίκτερος του ομφαλού δεν υπάρχει σαν μεμονωμένη ασθένεια.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
τζ̌ανίν
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις