Αχαμνίζω: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Αχαμνίζω |etymologia= |simasiologia= αδυνατώ, εξασθενίζω. |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==...') |
(No difference)
|
Revision as of 20:45, 23 March 2018
Αχαμνίζω |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
αδυνατώ, εξασθενίζω.
Παραδείγματα
«Έπιαν με μια πύρεξη λαλώ σου τζ̌αι αχάμνισα τέλεια»
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις