Βαρυλάτης: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βαρυλάτης, (ο) |etymologia= |simasiologia= ο βραδυκίνητος, ο δυσκίνητος λόγω παχυσαρκίας ή...') |
(No difference)
|
Revision as of 19:37, 26 March 2018
Βαρυλάτης, (ο) |
---|
Ετυμολογία
Από το «βαρύς» + «ελαύνω»
Σημασιολογία
ο βραδυκίνητος, ο δυσκίνητος λόγω παχυσαρκίας ή γενικής αδυναμίας.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις