Βαρυστομασ̌άζω: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βαρυστομασ̌άζω |etymologia= |simasiologia= έχω βάρος στο στομάχι λόγω πολυφαγίας. |proelefsi...') |
(No difference)
|
Revision as of 19:42, 26 March 2018
Βαρυστομασ̌άζω |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
έχω βάρος στο στομάχι λόγω πολυφαγίας.
Παραδείγματα
«Έφαα μια φάουσα τζ̌αι εβαρυστομάσ̌ασα»,
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις