Βίλλα: Difference between revisions
		
		
		
		
		
		Jump to navigation
		Jump to search
		
			
		
		
	
 (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym= Βίλλα, (η)   |etymologia=   |simasiologia= το πέος.   |proelefsi= }}  __TOC__  ==Ετυμολογία== από το λατινικό...')  | 
			
(No difference) 
 | 
Revision as of 19:04, 29 March 2018
| Βίλλα, (η) | 
|---|
Ετυμολογία
από το λατινικό «villa» = προεξοχή.
Σημασιολογία
το πέος.
Παραδείγματα
«Έλα βιλλούιν μου να σε χαρώ»
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Βίλλος (βιλλίν, το) είναι και το μικρό αρσενικό παιδί.
«Βιλλιάζω» = έρχομαι σε συνουσία, γαμώ.
Συνώνυμα
βίλλος (ο)= το πέος
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
 - "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
 
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις