Βλάψιμον: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βλάψιμον, (το) |etymologia= |simasiologia= όταν έγκυος γυναίκα επιθυμεί κάτι πάρα πολύ. |pr...')
(No difference)

Revision as of 19:17, 29 March 2018

Βλάψιμον, (το)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

όταν έγκυος γυναίκα επιθυμεί κάτι πάρα πολύ.

Παραδείγματα

«Κακόν βλάψιμον» = δύσκολη ή προβληματική εγκυμοσύνη.

«Έσ̌ει κακόν βλάψιμον, ούλλη μέρα ξερνά»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις