Γητεμένο: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γητεμένο (το) |etymologia= |simasiologia= κάτι (π.χ. μέλι ή νερό) το οποίο έχει αφεθεί έξω τη...') |
(No difference)
|
Revision as of 20:18, 24 April 2018
Γητεμένο (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
κάτι (π.χ. μέλι ή νερό) το οποίο έχει αφεθεί έξω τη νύκτα κάτω από τα άστρα, και είναι έτοιμο για γητειά.
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις