Γλυφουρίζω: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Γλυφουρίζω |etymologia= |simasiologia= αισθάνομαι πολύ την πείνα, αδυνατώ/λιποθυμώ από τ...') |
(No difference)
|
Revision as of 20:59, 24 April 2018
Γλυφουρίζω |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
αισθάνομαι πολύ την πείνα, αδυνατώ/λιποθυμώ από την πείνα.
Παραδείγματα
«Είμαι νηστικός που το πρωίν τζ̌' εγλυφούρισεν η καρκιά μου».
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις