Λαζαρέττο: Difference between revisions

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Λαζαρέττο (το) |etymologia= από το Nazareto, ναό στη Βενετία, ο οποίος συντηρούσε νοσηλευ...')
(No difference)

Revision as of 10:52, 3 May 2018

Λαζαρέττο (το)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

από το Nazareto, ναό στη Βενετία, ο οποίος συντηρούσε νοσηλευτήρια (Ρηγάτος)

Σημασιολογία

το λοιμοκαθαρτήριο

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις