Μανόγαλα: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Μανόγαλα (το) |etymologia= |simasiologia= μαγικό παρασκεύμασμα καμωμένο από γάλα μητέρας κ...') |
(No difference)
|
Revision as of 13:06, 3 May 2018
Μανόγαλα (το) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
μαγικό παρασκεύμασμα καμωμένο από γάλα μητέρας και κόρης οι οποίες ταυτόχρονα θηλάζουν η κάθε μια τα δικά τους βρέφη
Παραδείγματα
Όποιος το έχει γίνεται ποθητός στο αντίθετο φύλο
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις