Ξιδκιάζουμαι: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ξιδκιάζουμαι |etymologia= |simasiologia= έχω ξινίλες του στομάχου |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολ...') |
(No difference)
|
Revision as of 08:15, 7 May 2018
Ξιδκιάζουμαι |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
έχω ξινίλες του στομάχου
Παραδείγματα
Θεραπεία ξιδκιατού σε έγκυο ήταν να τρώει χώμα από τον πλιθαρένιο τοίχο του σπιτιού
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
ξιδκιατός (ο) = η ξινίλα, αναγούλα
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις