Πέμπερος: Difference between revisions
Jump to navigation
Jump to search
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πέμπερος (ο) |etymologia= |simasiologia= ο πολύ ηλικιωμένος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 9: | Line 9: | ||
==Ετυμολογία== | ==Ετυμολογία== | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== |
Revision as of 10:38, 7 May 2018
Πέμπερος (ο) |
---|
Ετυμολογία
Σημασιολογία
ο πολύ ηλικιωμένος
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
γεροπέμπερος= ο γέρος με σεξουαλικές διαθέσεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
- "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
- "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις