Φλαουρκάζω: Difference between revisions
		
		
		
		
		
		Jump to navigation
		Jump to search
		
			
		
		
	
Eleni Krekou (talk | contribs)   (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym= Φλαουρκάζω   |etymologia= από το «βλάβος/βλάβη»   |simasiologia= ζαλίζομαι μετά από κτύπημα ή...')  | 
			
(No difference) 
 | 
Revision as of 10:53, 15 May 2018
| Φλαουρκάζω | 
|---|
Ετυμολογία
από το «βλάβος/βλάβη»
Σημασιολογία
ζαλίζομαι μετά από κτύπημα ή μετά από ζημιά ή βλάβη, όπως αισθάνομαι μετά από καρδιακή ή άλλου είδους προσβολή
Παραδείγματα
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Βλαουρκάζω
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
 - "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
 - "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
 
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις