Αβκάζω: Difference between revisions

No edit summary
m (Greeklish variables name replaced)
 
(5 intermediate revisions by 2 users not shown)
Line 1: Line 1:
{{Word
{{Λέξη
   |acronym= Αβκάζω  
   |acronym= Αβκάζω  
   |Meaning= για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό.  
   |etymology=Φουσκώνω
   |Origin= βρυάζω=φουσκώνω, βρίθω
  |semantics= Για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό.  
  |Sources="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
   |origin=
}}
}}


Line 23: Line 23:


==Συνώνυμα==
==Συνώνυμα==
==Πηγές==
*=="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Latest revision as of 15:32, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Αβκάζω
Ετυμολογία Φουσκώνω
Σημασιολογία Για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό.



Ετυμολογία

Βρυάζω (φουσκώνω, βρίθω).

Σημασιολογία

Για τα χωράφια όταν φουσκώνουν και βγάζουν νερό

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Ρήμα

Συγγενικές Λέξεις

  • ΄Αβκασμαν (το νερό που αναδίδει το αβκαρισμένον χωράφι)

Συνώνυμα

Πηγές

  • =="Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου