Καττοβύζα: Difference between revisions

(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καττοβύζα (η) |etymologia= |simasiologia= γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπω...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Καττοβύζα (η)
   |acronym= Καττοβύζα (η)
   |etymologia=  
   |etymology=  
   |simasiologia= γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπως της γάτας
   |semantics= γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπως της γάτας
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:44, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Καττοβύζα (η)
Σημασιολογία γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπως της γάτας



Ετυμολογία

Σημασιολογία

γυναίκα με πολύ μικρό στήθος, με μαστό μικρό όπως της γάτας

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις