Κουτσ̌ίζω: Difference between revisions

(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Κουτσ̌ίζω |etymologia= |simasiologia= κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογένν...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Κουτσ̌ίζω  
   |acronym=Κουτσ̌ίζω  
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογέννητο.Αυτός που «κουτσ̌ίζει» επηρεάζει θετικά το νεογέννητο
   |semantics= κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογέννητο.Αυτός που «κουτσ̌ίζει» επηρεάζει θετικά το νεογέννητο
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:46, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Κουτσ̌ίζω
Σημασιολογία κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογέννητο.Αυτός που «κουτσ̌ίζει» επηρεάζει θετικά το νεογέννητο



Ετυμολογία

Σημασιολογία

κοπανίζω το αλάτι για να λουστεί σε αυτό το νεογέννητο.Αυτός που «κουτσ̌ίζει» επηρεάζει θετικά το νεογέννητο

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις