Στερακόβερκα: Difference between revisions

(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Στερακόβερκα (η) |etymologia= |simasiologia= ράβδος από θάμνο, μήκους τριών πιθαμών την οπο...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Στερακόβερκα (η)
   |acronym=Στερακόβερκα (η)
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= ράβδος από θάμνο, μήκους τριών πιθαμών την οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια γητειάς
   |semantics= ράβδος από θάμνο, μήκους τριών πιθαμών την οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια γητειάς
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:57, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Στερακόβερκα (η)
Σημασιολογία ράβδος από θάμνο, μήκους τριών πιθαμών την οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια γητειάς



Ετυμολογία

Σημασιολογία

ράβδος από θάμνο, μήκους τριών πιθαμών την οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια γητειάς

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις