Φιάγκω: Difference between revisions
Eleni Krekou (talk | contribs)  (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym= Φιάγκω (η)   |etymologia=   |simasiologia= λιθίαση, πέτρα στη κύστη/νεφρό και η δυσουρία, η επίσ...')  | 
				m (Greeklish variables name replaced)  | 
				||
| (One intermediate revision by the same user not shown) | |||
| Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη  | {{Λέξη  | ||
   |acronym= Φιάγκω (η)  |    |acronym= Φιάγκω (η)  | ||
   |  |    |etymology=  | ||
   |  |    |semantics= λιθίαση, πέτρα στη κύστη/νεφρό και η δυσουρία, η επίσχεση ούρων    | ||
   |  |    |origin=  | ||
}}  | }}  | ||
Latest revision as of 16:00, 22 January 2024
| Φιάγκω (η) | |
|---|---|
| Σημασιολογία | λιθίαση, πέτρα στη κύστη/νεφρό και η δυσουρία, η επίσχεση ούρων | 
Ετυμολογία
Σημασιολογία
λιθίαση, πέτρα στη κύστη/νεφρό και η δυσουρία, η επίσχεση ούρων
Παραδείγματα
«ήγουν όπου έχει πέτραν έσσωθεν και δεν μπορεί να κατουρήσει»
Μέρος του Λόγου
Συγγενικές Λέξεις
Συνώνυμα
Πηγές
- http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
 - "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
 - "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).
 
Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις