Φτανόκαρτος: Difference between revisions

(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Φτανόκαρτος (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κο...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Φτανόκαρτος (ο)
   |acronym=Φτανόκαρτος (ο)
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κουράγιο του
   |semantics= αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κουράγιο του
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 16:01, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Φτανόκαρτος (ο)
Σημασιολογία αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κουράγιο του



Ετυμολογία

Σημασιολογία

αυτός που φοβάται εύκολα, ανησυχεί, χάνει το κουράγιο του

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις