Γυλάριν: Difference between revisions

No edit summary
m (Greeklish variables name replaced)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym= Γυλάριν (το)
   |acronym= Γυλάριν (το)
   |etymologia=
   |etymology=
   |simasiologia= το μέρος στο βλέφαρο από όπου βγαίνουν οι βλεφαρίδες.
   |semantics= το μέρος στο βλέφαρο από όπου βγαίνουν οι βλεφαρίδες.
   |proelefsi=
   |origin=
}}
}}



Latest revision as of 15:40, 22 January 2024


Κατηγορία:Λέξεις

Γυλάριν (το)
Σημασιολογία το μέρος στο βλέφαρο από όπου βγαίνουν οι βλεφαρίδες.



Ετυμολογία

Σημασιολογία

το μέρος στο βλέφαρο από όπου βγαίνουν οι βλεφαρίδες.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις