1,384
edits
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σακκαή (η) |etymologia= απο «σακκαού» = σοβαρός βήχας, ή από το Τούρκ. sakagi |simasiologia= τρα...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 21: | Line 21: | ||
==Συγγενικές Λέξεις== | ==Συγγενικές Λέξεις== | ||
σακκαούλια (τα)= τα υγρά, η βλέννα, μύξα από γρίπη | |||
==Συνώνυμα== | ==Συνώνυμα== |
edits