Φρουκάλλιν

Revision as of 11:23, 15 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Φρουκάλλιν (το) |etymologia= |simasiologia= μικρή χειρόσκουπα με πολύ κοντό χέρι, που το χρ...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Φρουκάλλιν (το)



Ετυμολογία

Σημασιολογία

μικρή χειρόσκουπα με πολύ κοντό χέρι, που το χρησιμοποιούσαν σε μαγικές ενέργειες για αποφυγή ασθενειών και κακού

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

ποφρουκαλλίδκια (τα) = τα σκουπίδια που έχουν μαζευτεί μετά από σκούπισμα με φρουκάλλιν, ήταν κακό να τα πατούν διότι αυτό θα φέρει αρρώστια ή θάνατο.

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις