Αβανιά

Revision as of 15:32, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Αβανιά
Ετυμολογία Ιταλική/τουρκική/αραβική
Σημασιολογία Συκοφαντία



Ετυμολογία

Από το ιταλικό avania (=ζημιά).

Από το τούρκικο avan (=δόλιος).

Από το αραβικό havan (=προσβολή).

Σημασιολογία

Συκοφαντία

Παραδείγματα

Του έβγαλαν "αβανιά" ότι είναι χαρτοπαίκτης.

Μέρος του Λόγου

Ουσιαστικό, γένους θηλυκού

Συγγενικές Λέξεις

Αβάνης, αβανιάρης

Συνώνυμα

Διαβολή, δυσφήμηση, κατηγορία, κακολογία, ρετσινιά, συκοφαντία

Πηγές

  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου