Αγγελοσ̌ιάζω

Revision as of 15:35, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Αγγελοσ̌ιάζω
Σημασιολογία Σεληνιάζομαι, έχω επιληψία.



Ετυμολογία

Σημασιολογία

Σεληνιάζομαι, έχω επιληψία.

Παραδείγματα

Ανζ̌ελοσ̌ιάστηκεν ο Ττοουλής τζ̌αι είδεν το καλόν του», φρ. (δες «καλόν»). Και «αντζελόσ̌ιασμαν»= σεληνιασμός, επίσης και η κατάσταση του ετοιμοθάνατου, όταν «βλέπει τον άγγελο του θανάτου», δηλ. τον Χάρο.

Μέρος του Λόγου

Ρήμα

Συγγενικές Λέξεις

αντζ̌ελοσ̌ιάζω

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις