Χαλινοκόφκω

Revision as of 16:01, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Χαλινοκόφκω
Σημασιολογία κόβω τον χαλινό (μεμβράνη κάτω από τη γλώσσα) με το χέρι (της μαίας) κατά την ώρα της γέννησης για να μην γίνει το βρέφος τραυλό.



Ετυμολογία

Σημασιολογία

κόβω τον χαλινό (μεμβράνη κάτω από τη γλώσσα) με το χέρι (της μαίας) κατά την ώρα της γέννησης για να μην γίνει το βρέφος τραυλό.

Παραδείγματα

«Αν δεν του εκόφκαν το χαλινάριν, εν εσυντύχαννεν» (Πρωτοπαπά, Έθιμα της Γέννησης)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις