Βοτάνιν

Revision as of 19:23, 1 April 2018 by Georgiashiaelou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βοτάνιν, (το) |etymologia= |simasiologia= το βότανο. |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιο...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Βοτάνιν, (το)



Ετυμολογία

Σημασιολογία

το βότανο.

Παραδείγματα

«Του Χάρου οι πληγές εν έχουσιν βοτάνιν» = ο θάνατος δεν μπορεί να θεραπευτεί.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις