Σακκαή

Revision as of 13:40, 11 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σακκαή (η) |etymologia= απο «σακκαού» = σοβαρός βήχας, ή από το Τούρκ. sakagi |simasiologia= τρα...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Σακκαή (η)



Ετυμολογία

από «σακκαού» = σοβαρός βήχας, ή από το Τούρκ. sakagi

Σημασιολογία

τραύμα, ασθένεια των ζώων

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

«σακκαούλια» (τα)= τα υγρά, η βλέννα, μύξα από γρίπη

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις