Τζ̌αννατίζω

Revision as of 11:10, 14 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Τζ̌αννατίζω |etymologia= |simasiologia= πάω καλύτερα, εθεραπεύτηκα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολ...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Τζ̌αννατίζω



Ετυμολογία

Σημασιολογία

πάω καλύτερα, εθεραπεύτηκα

Παραδείγματα

«Είχα ξερνατούς αλλά ευτυχώς τωρά ετζ̌αννάτισα», φρ.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις