Ποντικόλαον: Difference between revisions

m
Greeklish variables name replaced
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποντικόλαον (το) |etymologia= |simasiologia= φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στ...')
 
m (Greeklish variables name replaced)
Line 1: Line 1:
{{Λέξη
{{Λέξη
   |acronym=Ποντικόλαον  (το)
   |acronym=Ποντικόλαον  (το)
   |etymologia=
   |etymology_gr=
   |simasiologia= φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στο οποίο βάζαν νεογνά ποντικού και το διατηρούσαν για κάθε περίπτωση πόνου.
   |semantics_gr= φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στο οποίο βάζαν νεογνά ποντικού και το διατηρούσαν για κάθε περίπτωση πόνου.
   |proelefsi=
   |priority_gr=
}}
}}


3,467

edits