Κακκάρωμα: Difference between revisions

Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κακκάρωμα (το) |etymologia= από το αρχ. «καρόω»= κοιμούμαι βαθέως |simasiologia= ο θάνατος...'
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Κακκάρωμα (το) |etymologia= από το αρχ. «καρόω»= κοιμούμαι βαθέως |simasiologia= ο θάνατος...')
(No difference)
1,384

edits