Καραμουτσωμένο: Difference between revisions

Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καραμουτσωμένος (ο) |etymologia= από το καρά (μαύρο, στα Τούρκικα) και μουτσούνα (πρόσ...'
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Καραμουτσωμένος (ο) |etymologia= από το καρά (μαύρο, στα Τούρκικα) και μουτσούνα (πρόσ...')
(No difference)
1,384

edits