3,467
edits
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Στέρα (η) |etymologia= |simasiologia= η υστέρα, η μήτρα, ή και η σπλήνα (ο πόνος της στέρας μπ...') |
m (Greeklish variables name replaced) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Στέρα (η) | |acronym= Στέρα (η) | ||
| | |etymology= | ||
| | |semantics= η υστέρα, η μήτρα, ή και η σπλήνα (ο πόνος της στέρας μπορεί να σημαίνει και ο πόνος της κοιλιάς γενικά, καθώς και πόνος που αφορά αρθρώσεις, και άλλα μέρη του σώματος, δηλαδή τις «τζ̌εγκιές»,[[Τζ̌ενκιά]], που αφορούν γυναίκες) | ||
| | |origin= | ||
}} | }} | ||
edits