Σύνκαλα: Difference between revisions

Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σύνκαλα (τα) |etymologia= |simasiologia= Το να είναι κάποιος καλά, να έχει θεραπευτεί μετά α...'
(Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Σύνκαλα (τα) |etymologia= |simasiologia= Το να είναι κάποιος καλά, να έχει θεραπευτεί μετά α...')
(No difference)
1,384

edits