1,384
edits
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ττακουρημένος (ο) |etymologia= |simasiologia= ο ανισόρροπος, τρελλός, αυτός που ττακουρήθη...') |
Eleni Krekou (talk | contribs) No edit summary |
||
Line 12: | Line 12: | ||
==Σημασιολογία== | ==Σημασιολογία== | ||
ο ανισόρροπος, τρελλός, αυτός που ττακουρήθηκε από κακά πνεύματα | |||
==Παραδείγματα== | ==Παραδείγματα== |
edits