User contributions for Eleni Krekou

Search for contributionsExpandCollapse
⧼contribs-top⧽
⧼contribs-date⧽
(newest | oldest) View ( | ) (20 | 50 | 100 | 250 | 500)

10 May 2018

  • 09:5409:54, 10 May 2018 diff hist +979 N ΠοτουντουνίζομαιΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποτουντουνίζομαι (το) |etymologia= |simasiologia= κλονίζομαι να πέσω (από αδυναμία) |proelefsi...'
  • 09:5209:52, 10 May 2018 diff hist +1,127 N Ποτζ̌οίλλινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποτζ̌οίλλιν (το) |etymologia= |simasiologia= η κοιλιά, η «σκεμπέ», αποτέλεσμα της υπερκατα...'
  • 09:5109:51, 10 May 2018 diff hist +1,249 N ΠοτάξαροςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποτάξαρος (ο) |etymologia= |simasiologia= έχει το σώμα του τεντωμένο σαν τόξο, δηλ. πεσμένο...'
  • 09:5009:50, 10 May 2018 diff hist +1,037 N ΠοταμοίτονοΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποταμοίτονο (το) |etymologia= |simasiologia= φυτό για πόνους στομαχιού, φυτρώνει κοντά σε...'
  • 09:4909:49, 10 May 2018 diff hist +1,011 N ΠοταμίτηςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποταμίτης (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που ουρεί πάνω του, λόγω ακράτειας ούρων |p...'
  • 09:4709:47, 10 May 2018 diff hist +873 N ΠόστημαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πόστημα (το) |etymologia= |simasiologia= απόστημα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολο...'
  • 09:4609:46, 10 May 2018 diff hist +1,135 N ΠοστασούραΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποστασούρα (η) |etymologia= από το «αποστάννω» |simasiologia= η μεγάλη κούραση, όταν κάποιο...'
  • 09:4509:45, 10 May 2018 diff hist +1,237 N ΠοσαράντωμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποσαράντωμα (το) |etymologia= |simasiologia= σαράντα μέρες μετά από τη γέννα (και από τον θ...'
  • 09:4309:43, 10 May 2018 diff hist +1,198 N ΠόρσονΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πόρσον (το) |etymologia=από το Ιταλ. Polso (pulse) |simasiologia= ο σφυγμός, ο κτύπος της καρδίας...'
  • 09:4109:41, 10 May 2018 diff hist +912 N ΠοριξιμιόΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποριξιμιό (το) |etymologia= |simasiologia= το απόβλητο βρέφος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...'
  • 09:3909:39, 10 May 2018 diff hist +1,146 N ΠορίβκωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πορίβκω |etymologia= |simasiologia= αποσπερματώ, εκχύω σπέρμα |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία==...'
  • 09:3709:37, 10 May 2018 diff hist +1,135 N ΠοπυρίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποπυρίζω |etymologia= |simasiologia= εφαρμόζω θεραπεία η οποία στοχεύει να ελαττώσει τον...'
  • 09:3609:36, 10 May 2018 diff hist +1,152 N ΠοππέφτωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποππέφτω |etymologia= |simasiologia= γίνομαι αδύνατος, εξαντλούμαι από την κούραση, χάνω...'
  • 09:3509:35, 10 May 2018 diff hist +1,285 N ΠοντικόλαονΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποντικόλαον (το) |etymologia= |simasiologia= φάρμακο για πόνους, το έκαναν με ελαιόλαδο στ...'
  • 09:3409:34, 10 May 2018 diff hist +1,091 N ΠονιάρηςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πονιάρης (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που έχει συχνά πόνους |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμο...'
  • 09:3209:32, 10 May 2018 diff hist +1,185 N ΠόνημανΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πόνημαν (το) |etymologia= |simasiologia= ο πόνος, επώδυνη αρρώστια ή πληγή, λοίμωξη που προ...'
  • 09:3109:31, 10 May 2018 diff hist +925 N ΠονηζάμενοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πονηζάμενος (ο) |etymologia= |simasiologia= αυτός που έχει πόνους |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...'
  • 09:3009:30, 10 May 2018 diff hist +1,121 N ΠομπόνιαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πομπόνια (τα) |etymologia=από φθορά της λέξης βουβώνες/βουβώνια |simasiologia= η διόγκωση...'
  • 09:2609:26, 10 May 2018 diff hist +1,058 N ΠομορίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πομορίζω |etymologia= από το «μόρισμα» |simasiologia= ξεζαλίζομαι, ξεναρκώνομαι, απαλλαγ...'
  • 09:2409:24, 10 May 2018 diff hist +1,118 N ΠόλυμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πόλυμα (το) |etymologia= |simasiologia= η θεραπεία του δήμματος δηλ. της σεξουαλικής ανικα...'
  • 09:2309:23, 10 May 2018 diff hist +975 N ΠολλιώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πολλιώννω |etymologia= |simasiologia=επαναφέρω κάποιον στις αισθήσεις του |proelefsi= }} __TOC_...'
  • 09:2209:22, 10 May 2018 diff hist +897 N ΠολλαρώστητοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πολλαρώστητος (ο) |etymologia= |simasiologia= ο φιλάσθενος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==...'
  • 09:2109:21, 10 May 2018 diff hist +919 N ΠολευτέρωμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πολευτέρωμα (το) |etymologia= |simasiologia= το τέλος της γέννας |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογί...'
  • 09:2009:20, 10 May 2018 diff hist +1,597 N ΠοκρύωμανΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποκρύωμαν (το) |etymologia= |simasiologia= η παραμονή σε χώρο κανονικής θερμοκρασίας μετά...'
  • 09:1909:19, 10 May 2018 diff hist +1,251 N ΠοκρατώΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποκρατώ |etymologia= |simasiologia= Ταλαιπωρούμαι από ασθένεια |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...'
  • 09:1409:14, 10 May 2018 diff hist +1,121 N ΠόκομμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πόκομμα (το) |etymologia= |simasiologia= το απογαλάκτωμα του βρέφους, όταν το βρέφος μεγαλ...'
  • 09:1309:13, 10 May 2018 diff hist +1,145 N ΠοκλωνίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποκλωνίζω |etymologia=από το αρχ. «αποκλωνέω»= ταράζω |simasiologia= = εξαντλούμαι, ταλαν...'
  • 09:1109:11, 10 May 2018 diff hist +999 N ΠοκαριμμένοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποκαριμμένος (ο) |etymologia=από το «αποκαρόω»= αποναρκών |simasiologia= ο ναρκωμένος |proe...'
  • 09:1009:10, 10 May 2018 diff hist +1,371 N ΠοκαμάτισμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποκαμάτισμα (το) |etymologia=από το «αποκάμνω» Ίσως και από το «ποκαματίζω» = κλείνο...'
  • 09:0909:09, 10 May 2018 diff hist +1,597 N ΠόξυλοςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πόξυλος (ο) |etymologia=από το «από+ξύλο» δηλ. σκληρός σαν το ξύλο και «ποξυλιανίσκω»...'
  • 09:0809:08, 10 May 2018 diff hist +1,031 N Ποδκιασ̌ιελώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποδκιασ̌ιελώννω |etymologia= |simasiologia= πέφτω ανάσκελα, με ανοικτά τα σκέλη (τα ασ̌σ̌...'
  • 08:4308:43, 10 May 2018 diff hist +1,180 N ΠοθκιαλυνίσκωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποθκιαλυνίσκω |etymologia=από το «αποδιαλύνω» |simasiologia= ξεμουδιάζω, κινώ τα μέλη μο...'
  • 08:3908:39, 10 May 2018 diff hist +1,111 N ΠοζουρίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποζουρίζω |etymologia= |simasiologia= πιέζω το πληγωμένο μέρος του σώματος για να βγάλω τ...'
  • 08:3308:33, 10 May 2018 diff hist +985 N ΠοδώννωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποδώννω |etymologia= |simasiologia= πονώ τα πόδια μου μετά από πολύ περπάτημα |proelefsi= }} __T...'
  • 08:2508:25, 10 May 2018 diff hist +985 N ΠογίνομαιΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πογίνομαι |etymologia= |simasiologia= γίνομαι πολύ αδύνατος μετά από ασθένεια |proelefsi= }} _...'

8 May 2018

  • 08:1708:17, 8 May 2018 diff hist +1,035 N ΠογάλεμμαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Πογάλεμμα (το) |etymologia= |simasiologia= η τεχνητή ροή γάλακτος από τον μαστό πριν το θήλ...'

7 May 2018

  • 13:0313:03, 7 May 2018 diff hist +944 N ΠοβίλλινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποβίλλιν(το) |etymologia= |simasiologia= επιπρόσθετο δέρμα του πέους |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμ...'
  • 13:0113:01, 7 May 2018 diff hist +931 N ΠοβαρίαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Ποβαρία (η) |etymologia= |simasiologia= πόνος των χεριών ή ποδιών |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...'
  • 13:0013:00, 7 May 2018 diff hist +968 N ΠοάλλωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Ποάλλω |etymologia= |simasiologia= αποβάλλω (σε ζώα), απορρίπτω το βρέφος |proelefsi= }} __TOC__ ==Ε...'
  • 12:5912:59, 7 May 2018 diff hist +979 N ΠνοητίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πνοητίζω |etymologia= |simasiologia= υπνωτίζω |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασιολογί...'
  • 12:5812:58, 7 May 2018 diff hist +1,111 N ΠνιούριΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πνιούρι (το) |etymologia= |simasiologia= ο λαιμός, επίσης και ο αποπνικτικός βήχας βρέφους...'
  • 12:5712:57, 7 May 2018 diff hist +1,007 N ΠκιασμοίΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πκιασμοί (οι) |etymologia= |simasiologia=πόνος κοιλιάς με διάρροια, η δυσεντερία |proelefsi= }}...'
  • 11:4611:46, 7 May 2018 diff hist +1,126 N ΠιτυρίαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πιτυρία (η) |etymologia= |simasiologia= λεπτά απολεπίσματα της κεφαλής |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυ...'
  • 11:4511:45, 7 May 2018 diff hist +1,077 N ΠιτιρίνΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πιτιρίν () |etymologia= |simasiologia= το αποτέλεσμα της διαρροϊκής εκκένωσης, δηλ. πολύ νε...'
  • 11:4011:40, 7 May 2018 diff hist +926 N Πισσ̌άΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πισσ̌ά (τα) |etymologia= |simasiologia= ούρα, στη γλώσσα βρέφους |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία...'
  • 11:3711:37, 7 May 2018 diff hist +1,004 N ΠίσσεςΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πίσσες (οι) |etymologia= |simasiologia= το μηκώνιον, τα πρώτα κόπρανα του νεογέννητου |proelef...'
  • 11:3511:35, 7 May 2018 diff hist +928 N Πιπύντζ̌ιαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πιπύντζ̌ια (η) |etymologia= |simasiologia= σπυριά προσώπου, η ακμή |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογ...'
  • 11:3111:31, 7 May 2018 diff hist +950 N ΠιππιρίζωΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πιππιρίζω () |etymologia= |simasiologia= καίω, φλογίζω |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασ...'
  • 11:2811:28, 7 May 2018 diff hist +898 N ΠιππίλλαΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πιππίλλα (η) |etymologia= |simasiologia= η ρώγα για βρέφη |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημ...'
  • 11:2411:24, 7 May 2018 diff hist +1,371 N ΠικώλινΝέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Πικώλιν (το) |etymologia=από το «επί» + «κώλος» |simasiologia= η πάννα που βάζουν στα πισινά...'
(newest | oldest) View ( | ) (20 | 50 | 100 | 250 | 500)