Σ̌σ̌ιπίλλης

Revision as of 15:57, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Σ̌σ̌ιπίλλης (ο)
Σημασιολογία αυτός που πονεί τα μάτια του, και τα ανοιγοκλείνει συνέχεια από τον πόνο



Ετυμολογία

Σημασιολογία

αυτός που πονεί τα μάτια του, και τα ανοιγοκλείνει συνέχεια από τον πόνο

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Τσικκιρίλλης

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις