Τζ̌ορόττο

Revision as of 15:59, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Τζ̌ορόττο (το)
Σημασιολογία αλοιφή, επίθεμα για πληγές, έμπλαστρον



Ετυμολογία

Σημασιολογία

αλοιφή, επίθεμα για πληγές, έμπλαστρον

Παραδείγματα

  • «τζορρόττο μαύρον»
  • «τζ̌ορόττο διά τας πληγάς και δυσκολοϋατρεύτους γιαράδες»
  • «τζ̌ορόττον θαυμάσιον»

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Τζ̌ιρόττο

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις