Καννίν

Revision as of 09:41, 2 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Καννίν (το) |etymologia= |simasiologia= το λεπτό ξύλο |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασι...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Καννίν (το)



Ετυμολογία

Σημασιολογία

το λεπτό ξύλο

Παραδείγματα

«Εγίνην σαν το καννίν το τσακκισμένον», φρ. = όταν ο ασθενής εξαντληθεί και είναι αδύνατος

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις