Μούμια

Revision as of 10:02, 4 May 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Μούμια (η) |etymologia= |simasiologia= ζωϊκός άνθρακας |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== ==Σημασ...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)


Κατηγορία:Λέξεις

Μούμια (η)



Ετυμολογία

Σημασιολογία

ζωϊκός άνθρακας

Παραδείγματα

Πισσάσφαλτος, έμπλαστρο για κατάγματα. Ακόμα και κομμάτι από μούμια (ταριχευμένο άνθρωπο) κοπανισμένο. Το κοπανίζουν να γίνει σκόνη και το δίνουν σε νερό να πιει ο ασθενής για θεραπεία θλάσματος κόκκαλου.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις