Παλαίπαφος (Κούκλια)

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Παλαίπαφος (Κούκλια)
Iero tis afroditis.jpg
Ερείπια του Iερού της Αφροδίτης

Η πόλη της Παλαιπάφου καταλάμβανε το χώρο του σημερινού χωριού Κούκλια, το οποίο βρίσκεται κοντά στις εκβολές του ποταμού Διάριζου, 16 χιλιόμετρα ανατολικά της σημερινής πόλης της Πάφου. Η Παλαίπαφος και η γύρω περιοχή σχετίζονται με μια πανάρχαια λατρευτική παράδοση που συνδέεται με τη «Μεγάλη θεά» της γονιμότητας, την μετέπειτα Αφροδίτη, η οποία φαίνεται ότι λατρευόταν στην Κύπρο ήδη από τη Χαλκολιθική περίοδο (3900-2500 π.Χ.).

Ιστορία

Η παράδοση αναφέρει ως ιδρυτή του ιερού και πρώτο ιερέα το μυθικό Κύπριο βασιλιά Κινύρα, ενώ ένας δεύτερος μύθος συνδέει την ίδρυση της πόλης και του ιερού με τον Αγαπήνορα, βασιλιά της Τεγέας, στην Αρκαδία της Πελοποννήσου. Οι δύο εκδοχές περιέχουν έναν πυρήνα ιστορικής αλήθειας που αποδεικνύεται από τα ανασκαφικά δεδομένα: την ύπαρξη ενός οικισμού της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, πριν την έλευση των Αχαιών, οι οποίοι με την άφιξή τους υιοθέτησαν την τοπική θεά της γονιμότητας.

Από τις αρχές της γεωμετρικής περιόδου μέχρι το τέλος της κλασσικής περιόδου η Παλαίπαφος παρέμεινε το μεγαλύτερο αστικό και θρησκευτικό κέντρο της δυτικής Κύπρου. Όταν ο τελευταίος βασιλιάς της Παλαιπάφου, Νικοκλής, μετέφερε στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. την έδρα του στη Νέα Πάφο, η πόλη διατήρησε την σπουδαιότητά της χάρη στη λατρεία της Αφροδίτης. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο το ιερό έγινε το κέντρο του «Κοινού των Κυπρίων» που καταγινόταν με θρησκευτικά ζητήματα και τη λατρεία του ρωμαίου αυτοκράτορα, ενώ παράλληλα είχε τον έλεγχο της κοπής χάλκινων νομισμάτων στο νησί. Οι θρησκευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες στο ιερό της Παλαιπάφου διακόπηκαν τον 4ο αιώνα μ.Χ., με τη διάδοση του χριστιανισμού στο νησί. Κατά τη μεσαιωνική περίοδο η Παλαίπαφος, που άλλαξε το όνομά της σε Κουβούκλια, ξαναβρήκε την παλιά της αίγλη και έγινε το κέντρο της περιφερειακής διοίκησης και επίβλεψης της παραγωγής ζάχαρης.

Η περιοχή της Παλαιπάφου έγινε από πολύ νωρίς (ήδη από το 16ο αιώνα) στόχος των κυνηγών θησαυρών. Η δραστηριότητα αυτή συνεχίστηκε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ οι συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες άρχισαν κατά την περίοδο 1950-55 από τη Βρετανική Αρχαιολογική Αποστολή, υπό τη διεύθυνση των J.H. Iliffe και T.B. Mitford. Από το 1966 τις αρχαιολογικές έρευνες στην Παλαίπαφο ανάλαβε το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια της Κωνστάνζης (μέχρι το 1972) και της Ζυρίχης (από το 1973 μέχρι σήμερα), υπό τη διεύθυνση των Franz Georg Maier και της M.-L. von Wartburg. Παράλληλα με τις ξένες αποστολές το Τμήμα Αρχαιοτήτων ερεύνησε μεγάλο αριθμό τάφων στην ευρύτερη περιοχή.

Το Σεπτέμβριο του 1980 η Παλαίπαφος, μαζί με τη Νέα Πάφο, εντάχθηκαν στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

Χώροι και Μνημεία

Το Ιερό της Αφροδίτης: το Ιερό της Αφροδίτης ήταν ένα από τα σημαντικότερα και πιο ξακουστά θρησκευτικά κέντρα του αρχαίου κόσμου. Τα (ομολογουμένως φτωχά) κατάλοιπα του Ιερού περιλαμβάνουν δύο ομάδες κτηρίων. Στα νότια σώζεται το αρχαιότερο ιερό, το Ιερό Ι, που χρονολογείται γύρω στα τέλη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Αποτελείται από μια υπαίθρια αυλή (το τέμενος), που ήταν περίκλειστη με μεγαλιθικούς τοίχους, και μια στοά στο κέντρο της οποίας φυλασσόταν ο κωνικός βαίτυλος, σύμβολο της δύναμης της Μεγάλης Θεάς. Σημειώνεται ότι η λατρεία της Θεάς στην Παλαίπαφο ήταν ανεικονική. Ο λατρευτικός βαίτυλος διατηρήθηκε και στο ρωμαϊκό Ιερό ΙΙ, που οικοδομήθηκε στα βόρεια του προηγούμενου και χρονολογείται στα τέλη του 1ου αιώνα ή στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. Το Ιερό ΙΙ περιλαμβάνει μια εσωτερική υπαίθρια αυλή (το τέμενος), που πλαισιώνεται στη νότια, ανατολική και βόρεια πλευρά της από καλυμμένες στοές.

Η Μεσαιωνική Αγρέπαυλη: βρίσκεται σε ένα λόφο που δεσπόζει της παράκτιας πεδιάδας. Κτίστηκε από τους Λουζινιανούς βασιλείς το 13ο αιώνα μ.Χ. και αποτελούσε το κέντρο της περιφερειακής διοίκησης και επίβλεψης της παραγωγής ζάχαρης. Μετά την οθωμανική κατάκτηση του 1571, μετατράπηκε σε διοικητικό κέντρο του τσιφλικιού των Κουκλίων. Εγκαταλείφθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.

Πρόκειται για ένα κτηριακό σύμπλεγμα με κεντρική υπαίθρια αυλή. Από το αρχικό κτίσμα σώζεται μόνο μέρος του πύργου της πύλης και τμήματα της ανατολικής και νότιας πτέρυγας, τα οποία ενσωματώθηκαν στο οθωμανικό κτίσμα. Η γοτθική αίθουσα στην ανατολική πτέρυγα αποτελεί ένα από τα ωραιότερα γοτθικά μνημεία που σώζονται στο νησί. Η ανατολική πτέρυγα χρησιμοποιείται σήμερα ως το Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Παλαιπάφου και στεγάζει ευρήματα από το Ιερό της Αφροδίτης και τις γύρω περιοχές.

Η Εκκλησία της Παναγίας της Καθολικής: βρίσκεται αμέσως δυτικά του Ιερού της Αφροδίτης. Κτίστηκε κατά το 12ο ή το 13ο αιώνα μ.Χ. και ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό τύπο του ελεύθερου σταυρού με τρούλο. Θα πρέπει να υπήρξε για αρκετό καιρό ο κοινοτικός ναός του χωριού των Κουκλίων. Το δυτικό της τμήμα επεκτάθηκε κατά το 16ο αιώνα. Το εσωτερικό της είναι διακοσμημένο με τοιχογραφίες που αντανακλούν την παραδοσιακή βυζαντινή λαϊκότροπη τεχνοτροπία του 15ου αιώνα.

Η Οικία της Λήδας: πρόκειται για ρωμαϊκή οικία που βρίσκεται στην τοποθεσία Αλώνια, βορειοδυτικά του Ιερού της Αφροδίτης. Από την οικία αυτή σώθηκε μόνο το κεντρικό δωμάτιο (το τρικλίνιο), που έφερε ένα εξαιρετικό δείγμα ψηφιδωτού δαπέδου του τέλους του 2ου αιώνα μ.Χ., το οποίο απεικονίζει τη Λήδα και τον Κύκνο. Σήμερα εκτίθεται στο Τοπικό Μουσείο των Κουκλιών, το οποίο στεγάζεται μέσα στη Μεσαιωνική Αγρέπαυλη.

Η Βορειοανατολική Πύλη του Οχυρωματικού Περιβόλου: η βορειανατολική πύλη της Παλαιπάφου βρίσκεται σε μια επιβλητική θέση πάνω στο λεγόμενο Λόφο του Μαρκέλλου.Αποτελούσε ένα από τα προπύργια των αρχαίων οχυρώσεων. Η πρώτη φάση των τειχών και της πύλης κτίστηκε κατά την πρώιμη αρχαϊκή περίοδο (δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π.Χ.). Ακολούθησαν πολυάριθμες ανακατασκευές και επιδιορθώσεις και τελικά το τείχος έπεσε σε αχρηστία λίγο μετά το 300 π.Χ. Η ίδια η πύλη είναι μια περίπλοκη και αξιοθαύμαστη κατασκευή. Ιστορικά, το σημείο αυτό των οχυρώσεων συνδέεται με τη δραματική πολιορκία της πόλης από τους Πέρσες μετά την Ιωνική επανάσταση του 499π.Χ., οπότε εξεγέρθηκαν και οι Κύπριοι.

Ο Οχυρωματικός Περίβολος και το Ανάκτορο στη θέση Χατζή Απτουλάχ: ένα άλλο τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου σώζεται σε απόσταση 150μ. νοτιοανατολικά της Βορειοανατολικής Πύλης. Εδώ παρατηρείται η ίδια οικοδομική τεχνοτροπία με τα προηγούμενα κατάλοιπα του τείχους. Ένα επιβλητικό, προφανώς δημόσιο, κτήριο με στενούς διαδρόμους, μικρά δωμάτια και ογκώδεις τοίχους, είναι κτισμένο στην εσωτερική όψη του περιβόλου και χρονολογείται στον 6ο ή στον πρώιμο 5ο αιώνα π.Χ. Το κτήριο αυτό κατοικήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της κλασικής περιόδου και κατέρρευσε γύρω στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς θα πρέπει να ήταν το κέντρο διοίκησης, έδρα του βασιλιά της Παλαιπάφου.

Νεκροπόλεις: η ευρύτερη περιοχή της Παλαιπάφου περιλαμβάνει πολυάριθμες και σημαντικές νεκροπόλεις, που χρονολογούνται από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού μέχρι και την παλαιοχριστιανική περίοδο. Αρκετά δείγματα κινητών ευρημάτων από τις νεκροπόλεις αυτές εκτίθενται στο Τοπικό Μουσείο των Κουκλίων.

Μεσαιωνικός Ζαχαρόμυλος: η αγρέπαυλη των Λουζινιανών, που αποτελούσε το κέντρο επίβλεψης της παραγωγής ζάχαρης στη δυτική Κύπρο, συνδεόταν άμεσα με τις κτηριακές εγκαταστάσεις επεξεργασίας ζαχαροκάλαμου. Από αυτές τις εγκαταστάσεις σώζεται καλύτερα ο ζαχαρόμυλος στην παραλιακή περιοχή των Κουκλίων, στη θέση Σταυρός. Εκεί παρατηρούνται και τα τέσσερα στάδια επεξεργασίας του ζαχαροκάλαμου: η άλεση, ο βρασμός, η διύλιση και τέλος η αποθήκευση. Η χρήση του ζαχαρόμυλου χρονολογείται από τα τέλη του 13ου μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα μ.Χ.


Πηγές

  • Karageorghis, V., Raptou, E. 2014: Necropoleis at Palaepaphos from the end of the Late Bronze Age to the Cypro-Archaic Period, Λευκωσία.
  • Flourentzos, P. 2007: The sarcophagus of Palaipaphos, Λευκωσία.
  • Hogarth, D.G., James, M.R., Smith, R.E., Gardner, E.A. 1888: «Excavations in Cyprus, 1887-8. Paphos, Leontary, Amargetti», JHS 9, 147-271.
  • Iacovou, M. 2007, «Site Size Estimates and the Diversity Factor in Late Cypriot Settlement Histories», BASOR 348, 1-23.
  • Iacovou, M. 2008, «‘The Palaepaphos Urban Landscape Project’: Theoretical Background and Preliminary Report 2006-2007», RDAC, 263-289.
  • Iacovou, M. 2012: «From regional gateway to Cypriot kingdom. Copper deposits and copper routes in the chora of Paphos», στο V. Kassianidou, G. Papasavvas (επιμ.), Eastern Mediterranean metallurgy and metalwork in the second millennium BC: A conference in honour of James D. Muhly, Nicosia, 10th-11th October 2009, Οξφόρδη, 58-69.
  • Iacovou, M. 2013,«Paphos before Palaepaphos. New approaches to the history of the Paphian Kingdom», στο D. Michaelides (επιμ.), Epigraphy, Numismatics, Prosopography and History of Ancient Cyprus. Studies in honour of Ino Nicolaou, Ουψάλα, 275-292.
  • Karageorghis, J. 2005, Kypris. The Aphrodite of Cyprus. Ancient sources and archaeological evidence, Λευκωσία.
  • Karageorghis, V. 1983, Palaepaphos-Skales. An Iron Age Cemetery in Cyprus, Κωνσταντία.
  • Karageorghis, V. 1990,Tombs at Palaepaphos, 1. Teratsoudhia, 2. Eliomylia, Λευκωσία.
  • http://www.mcw.gov.cy/
  • http://kyprioscharacter.eie.gr