3,467
edits
Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Θανατίτης (ο) |etymologia= |simasiologia= έλκη των γλουτών σε βαριά ασθένεια, κακοήθης φλύ...') |
m (Greeklish variables name replaced) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη | {{Λέξη | ||
|acronym= Θανατίτης (ο) | |acronym= Θανατίτης (ο) | ||
| | |etymology_gr= | ||
| | |semantics_gr= έλκη των γλουτών σε βαριά ασθένεια, κακοήθης φλύκταινα, επίσης και «θανατήτης/θανατίτης» = θανατηφόρο μανιτάρι | ||
| | |priority_gr= | ||
}} | }} | ||
edits