3,467
edits
Eleni Krekou (talk | contribs)  (Νέα σελίδα με '{{Λέξη   |acronym=Φταρνίζω    |etymologia=   |simasiologia= πτερνίζω, η τοποθέτηση της πτέρνας της μαμμής στο αι...')  | 
				m (Greeklish variables name replaced)  | 
				||
| Line 1: | Line 1: | ||
{{Λέξη  | {{Λέξη  | ||
   |acronym=Φταρνίζω    |    |acronym=Φταρνίζω    | ||
   |  |    |etymology_gr=  | ||
   |  |    |semantics_gr= πτερνίζω, η τοποθέτηση της πτέρνας της μαμμής στο αιδοίο της ληχούσας, και το ελαφρό, κατ' επανάληψη σπρώξιμο προς το επάνω για να προληφθεί η πρόπτωση της μήτρας    | ||
   |  |    |priority_gr=  | ||
}}  | }}  | ||
edits